Θεσσαλονίκη
για τα παιδιά από το βορά
Πρώτη φορά που θα βρεθώ Θεσσαλονίκη ήταν καλοκαιράκι του 95, σε μια διήμερη άδεια από το στρατό. Η μετάθεσή μου ήταν στην Αλεξανδρούπολη εκείνη την περίοδο και η ευγνωμοσύνη που διαθέτω για τον στρατό είναι πως, θα με μυήσει σε έναν άγνωστο και πολύ γοητευτικό βορά, πολύ απομακρυσμένο από τις νοτιοελλαδικές μου καταβολές. Η χαρά που μου έδινε η άδεια αυτή -πολύ μικρή για να επιστρέψω στην Αθήνα- με έκανε να δώσω ραντεβού με τον αγαπημένο τότε κολλητό μου στην Θεσσαλονίκη, που ήταν το απωθημένο από τα σχολικά μας χρόνια. Θα φτάσω ξημερώματα με τους γλυκούς συνήθεις ρυθμούς του μουντζούρη, το ραντεβού μας ήταν να τον πάρω από το σταθμό την ίδια μέρα πρωί και για μένα ήταν λίγο αδιανόητο να βρω ξενοδοχείο για διανυκτέρευση. Έχω μια καλή συνήθεια μπορώ να κοιμηθώ οπουδήποτε, δεν με στεναχωρεί ή και με φοβίζει κάτι, οπότε και προτίμησα να αράξω στα παγκάκια του μικρού πάρκου δίπλα στο λευκό πύργο, για να περάσει το υπόλοιπο της βραδιάς. Θα ξαπλώσω με τον μικρό μου σάκο για προσκεφάλι και τον λίγο μεγαλύτερο με μια δεύτερη αλλαξιά, ίσα να αγγίζει το χέρι μου κάτω από το παγκάκι. Το ξημέρωμα θα με βρει φρέσκο με την αναμονή ενός ωραίου διημέρου και την απουσία του σάκου με τα ρούχα της “μπουγάδας”, που το ξεπέρασα πολύ σύντομα.
Το ξενοδοχείο που θα μείνουμε θα γινόταν το αγαπημένο μου για όλες τις υπόλοιπες διανυκτερεύσεις που ακολούθησαν, αφού η τελευταία μου μετάθεση ήταν σ΄ ένα όμορφο χωριό του νομού Πέλλας.
Ήταν καθαρό από αυτά που δεν σε ένοιαζε να πατήσεις κάτω ξυπόλυτος, οι πελάτες του, αρκετοί ρωσόφωνοι, θα μπορούσε να είναι και μπουρδελιάρικο ( ήμουν πολύ αθώος για τα early twenties μου), αρκετά οικονομικό, μια ανάσα από την Εγνατίας και μόλις κρυμμένο από την πλατεία Βαρδάρη. Δεν θα μπορούσε να είναι λιγότερο γοητευτική αυτή η περιοχή, που την ακολουθούσε μια πολύ ωραία εξομολογητική μυθολογία και που θα προσπαθούσα να ανακαλύψω.
Θα κινηθούμε λίγο τουριστικά εκείνο το σαββατοκύριακο, που είχε και λευκό πύργο και φωτογραφίες, βόλτες στο εμπορικό κέντρο με τα βυζαντινά μνημεία να ξεπετάγονται από παντού, βραδάκι στο μύλο, ήταν η πρώτη φορά που βρισκόμουν σ΄ ένα πάλαι ποτέ βιομηχανικό και νυν πολιτιστικό χώρο. Το σαββατοκύριακο θα περάσει σύντομα, αλλά για μένα θα μείνει το έναυσμα να ξαναγυρνώ εκεί με κάθε ευκαιρία.
Αντιλαμβάνομαι καθώς τα χρόνια έχουν περάσει, ότι ίσως αυτή η περίοδος να ήταν χρονολογικά το μεταίχμιο ανάμεσα στην παλιά εικόνα της πόλης που χανόταν και της καινούργιας που σχηματιζόταν. Έχω πιει καφεδάκι στο ματζέστικ στη νίκης, έχω τραβήξει και δυο φωτογραφίες εκεί και πάντα ρωτώ όποιον βρίσκω, έχεις πιει καφέ εκεί, στην παραλία που άλλαξε και περισσότερο μου θύμιζε γλυφάδα τι ς τελευταίες φορές.
Γνώρισα ωραία παιδιά, φιλόξενη διάσταση παντού, τρελές μπουγάτσες, μα με όλα, και μια λεκτική τρυφεράδα που κράτησα τους πρώτους μήνες της επιστροφής στην Αθήνα.
Ξενοδοχείο θα αλλάξω μόνο μια φορά, για να μπορέσω να δω λίγο από τον κόσμο του Χρονά, νομίζω Ιππόλυτο πρέπει να το λέγανε -και πάλι δεν είμαι σίγουρος γιατί έχω αναμνήσεις από Ρακίνα και Ρίτσο αυτή την περίοδο, πάλι πίσω από την Εγνατία, μικρό διώροφο και με στοιχεία εκλεκτικισμού στην εξωτερική αρχιτεκτονική του, τέλεια παρακμή στο εσωτερικό, μια υφασμάτινη κουρτίνα ως χώρισμα για το μπάνιο, παράθυρο σ΄ έναν ακάλυπτο στο πουθενά και στις τρεις τα χαράματα τα κατσαριδάκια να ρίχνουν τρελό χορό στην μπανιέρα.
Ένα από τα στοιχεία που με ξετρέλαινε στην Θεσσαλονίκη ήταν η αρχιτεκτονική, ψηφίδες μιας διαφορετικής ανάγνωσης του νεοκλασικισμού, πολύ πιο συγγενές με art deco, αλλά και πολυποίκιλα άλλα στοιχεία ρομαντικά, νεοβυζαντινά, κεντροευρωπαϊκά, εβραϊκά, ελάχιστα οθωμανικά, κτήρια νοτισμένα με ώχρες αναμνήσεων. Θα φιλοξενηθώ κάποτε σε ένα από αυτά, με ξύλινη σκάλα και πατώματα, που στους από κάτω ορόφους στεγαζόταν κάποια γραφεία ή βιοτεχνίες. Από αυτά τα παλιά αστικά με τα θεόρατα ταβάνια και πόρτες που ανοίγαν ή κλείναν τους χώρους, μπανάκι με μωσαϊκό, όλοι μαζεμένοι γύρω από ένα ηλεκτρικό σομπάκι, με μάτια κόκκινα από τα ποτά και τα τσιγάρα...
Έχω ωραίες αναμνήσεις...
Με κάθε μονοήμερη ή large άδεια εξόδου έπαιρνα το λεωφορείο από την Αριδαία ή την Έδεσσα και κατέβαινα για τροφή στον Ιανό και για τσιγαράκι και καφεδάκι ελληνικό στη νίκης και βλέμμα χαμένο στα επόμενα χρόνια του νότου.
6 Comments:
ωραίο ήταν το ματζέστικ.
Ναι...δεν τολμουσες να παραγγειλεις κατι αλλο εκτος απο μπυρα.
Ετρωγες καντηλια απο τον παππου.
:)
(Θυμαστε τις τουρκικες τουαλετες του;)
οι ωραίες αναμνήσεις δεν ξεθωριάζουν με τίποτα...
This comment has been removed by a blog administrator.
This comment has been removed by the author.
Γιατί με σβήσατε;
Post a Comment
Subscribe to Post Comments [Atom]
<< Home