Tuesday, April 17, 2007

Σκηνές 8;

Βραδάκι, αφήνω την τελευταία εργασία του χρόνου στο ταχυδρομείο του Συντάγματος. Μια εξεταστική με χωρίζει από το καλοκαίρι, μπαα το μπάνιο θα το κάνω πιο γρήγορα…
Συνάντηση σε καινούργιο μαγαζί που ανοίγει στο κέντρο, μυρωδιά του καινούργιου στο χώρο, πόσα καινούργια μαγαζιά έχω ανοίξει…
Χρώματα σκούρα που λατρεύουν τη σκόνη και βαριά έπιπλα, ένα χειμερινό μαγαζάκι που θα κάνει έναρξη μέσα στην άνοιξη, τα χω δει όλα δε μου λέει τίποτα πια, εκτός κι αν το μπαρ ήταν κρεμασμένο ανάποδα στο ταβάνι.
Μαγαζιά ανοίγουν, χρήματα με κάποιον τρόπο βρίσκονται, γιατί δεν ρωτούν ανθρώπους που έχουν δουλέψει χρόνια, ο καθένας νομίζει πως μπορεί να ανοίξει μαγαζί, τα μαγαζιά εύκολα κλείνουν…


Η Τ. πεινάει και έχει ξυπνήσει το απόγευμα, δεν έχω λεφτά τα έχω ξεχάσει στο άλλο παντελόνι μου λέει

Πάμε μωρό να τσιμπήσουμε κάτι, απαντώ

Πεινάς; μου λέει

Πάντα πεινώ αποκρίνομαι , πάμε να φάμε ένα σούπερ vege σάντουιτς στην Κλαυθμόνος …στο δρόμο το καλοσκέφτομαι, τι μου φταίει, μήπως θέλεις κάτι πιο ενισχυμένο, τη ρωτώ.

Πέντε λεπτά αργότερα στον Θανάση στο μοναστηράκι, δύο άτομα 11.20 λεπτά λογαριασμό, δεν φάγαμε και άσχημα σκέφτομαι ο χουβαρντάς, Αθήναιε τι είπες ότι θα φας απόψε;
Περνάμε από το καφενεδάκι που έχει ανοίξει στην ευθεία του Αϊ Θανάση, στον πεζόδρομο της Επταχάλκου, πάνω από τις ράγες, δεν έχει κόσμο αν και χαριτωμένο, δεν ξέρουν να το δουλέψουν μάλλον και είναι ότι πρέπει για brunch σαββατοκύριακου…

Στο φανάρι κάτω από τη γέφυρα στο θησείο η Τ. φρενάρει το παπί και ψάχνει για ψιλά, δεν καταλαβαίνω αρχικά γιατί. Τη βλέπω κάθε βράδυ, κάθεται στο φανάρι και ψάχνει για λεφτά στο δρόμο μου λέει…έρχεστε να σας πω, απευθύνεται σ΄ εκείνη.

Μια γερασμένη γυναικεία φιγούρα προσεγγίζει, τη θυμόμαστε όλοι, με μεγάλη κύρτωση στην πλάτη…
Τι κάνετε; Εσείς τι κάνετε; Έπιασε ψύχρα απόψε…επαφή χέρι με χέρι, τα μάτια της ηλικιωμένης υγρά από τη βραδινή ψύχρα, καλό βράδυ, καληνύχτα σας…δεν μπορώ να βλέπω ηλικιωμένους να υποφέρουν μου λέει
Ρακόμελο μετά, γιατρικό, στη ψυχή και στο σώμα, επιστροφή μετά με τα πόδια μέχρι το Σύνταγμα.

Τα πιτσιρίκια παίζουν με τα σκέιτμπορντ στα σκαλιά, είναι πια μια καθημερινότητα, τα χαζεύω, μετά κατεβαίνω στο σταθμό και εξαφανίζομαι.
Στην Κηφισίας ανεβαίνω στο διπλό. Από το Φάρο και μετά είμαστε δύο άτομα μόνο μέσα. Καθόμαστε στο ίδιο περίπου ύψος, εγώ κοιτώ πίσω στο άδειο λεωφορείο και αυτή μπροστά βυθισμένη στο βιβλίο της. Που και που της ρίχνω καμιά ματιά, έχει πυρόξανθα μαλλιά και μαύρα μάτια.
Με μεγάλη ταχύτητα το όχημα διασχίζει τους άδειους δρόμους, τον ήχο της μηχανής δεν τον διακόπτει τίποτα, σαν ένα υπέργειο metro που στην κίνησή του κάνει αδιόρατα ζικ ζακ.
Κατεβαίνω στη στάση μου, το άδειο λεωφορείο με το κορίτσι με τα πυρόξανθα μαλλιά μοναδικό επιβάτη, συνεχίζει την πορεία του…

Στα dec η patatras

κι γω στο μυαλό μου χορεύω
το κομμάΤι ακούγεται δυνατά………

Wednesday, April 11, 2007


Wednesday, April 04, 2007

για όσο αγάπη







Η πόλη σιγά σιγά αδειάζει

μια αίσθηση φυγής είναι διάχυτη στην ατμόσφαιρα παντού
και η βροχή μοιάζει να σταλάζει
τους ήχους μια υπαινικτικής μελαγχολίας

πολλοί από εμάς θα μείνουμε εδώ
και η πόλη θα θυμίζει την καρδιά ενός ανοιξιάτικου Αυγούστου
όπου και να βρεθείτε
ευχές πολλές
για όσο αγάπη αντέχετε να πάρετε
για όσο αγάπη μπορείτε να δώσετε

header's photo by 3amfromkyoto